Ελληνικό Ερευνητικό Δίκτυο Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών

Ταυτότητα και Στόχοι

Ποιοί είμαστε

Το νεοσυσταθέν Ελληνικό Ερευνητικό Δίκτυο Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών/ Greek Digital Humanities Research Network (@DH_GR) αποτελεί μια πρωτοβουλία ερευνητών/τριών και επαγγελματιών που ασχολούνται με την ανάπτυξη, εφαρμογή και αξιολόγηση των ψηφιακών μεθοδολογιών και εργαλείων στις ανθρωπιστικές επιστήμες στον ή/και για τον ελληνόφωνο χώρο. Πρόκειται για ένα ανοικτό, συλλογικό, αυτοοργανωμένο και αυτοδιοικούμενο δίκτυο με στόχο την επικοινωνία, συνεργασία και ανάπτυξη των ελληνικού και ελληνόφωνου χώρου των Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών.

Η ιδέα για το δίκτυο ξεκίνησε με αφορμή κάποιες αρχικές συζητήσεις στην Αθήνα, στις αρχές του 2018, μεταξύ των μελών της συντονιστικής ομάδας, σχετικά με την ανάγκη ανεξάρτητων συνεργατικών πρωτοβουλιών στις Ψηφιακές Ανθρωπιστικές Επιστήμες στην Ελλάδα και τις ελληνόφωνες κοινότητες, ώστε να ενθαρρυνθεί η συμμετοχή νέων ερευνητών και ερευνητριών και να διευρυνθεί το πεδίο προς νέες ομάδες κοινού στον ψηφιακό πολιτισμό.

Από αυτές τις πρώτες συζητήσεις προέκυψε η συντονιστική ομάδα και οι πρώτες κατευθυντήριες γραμμές του δικτύου. Η συντονιστική ομάδα εργάστηκε από κοινού για τη συγγραφή αυτού του κειμένου και την υποστήριξη της λειτουργίας του δικτύου στην αρχική του φάση.

Σκοπός μας είναι να δημιουργήσουμε μια κοινότητα συνεργασίας και δράσης που είναι ανοιχτή σε όσες και όσους ενδιαφέρονται για το πεδίο, ανεξαρτήτως επιστημονικού πεδίου, τεχνικών γνώσεων ή ακαδημαϊκής/επαγγελματικής θέσης. Η συμμετοχή στο δίκτυο είναι ανοιχτή (βλ. Ενότητα 4) και βασίζεται στην εθελοντική εργασία και συμμετοχή.

Οι Ελληνικές Ψηφιακές Ανθρωπιστικές Επιστήμες

Η ελληνική και ελληνόφωνη κοινότητα των Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών έχει αξιοσημείωτη πορεία, αλλά και βρίσκεται, σήμερα, σε στάδιο διαμόρφωσης και καθιέρωσής της, επιχειρώντας να ισορροπήσει τις εθνικές ανάγκες και ιδιομορφίες με πρωτότυπες συμβολές σε τεχνολογίες αιχμής, πρότυπα και μεθοδολογίες στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας.

Έχοντας ήδη μια μακρά, σχεδόν εικοσαετή, ιστορία εθνικών πρωτοβουλιών στις περιοχές της πολιτισμικής πληροφορικής, της πολιτιστικής κληρονομιάς και των ερευνητικών υποδομών, αλλά και πρωτοποριακής έρευνας σε εξειδικευμένες περιοχές της Πληροφορικής και της Επιστήμης των Υπολογιστών, η ελληνική και ελληνόφωνη ερευνητική κοινότητα έχει αναπτύξει και αναπτύσσει διαρκώς ολοένα και μεγαλύτερη επάρκεια σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές μεθόδους και ικανότητες στην έρευνα, τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες και την πολιτιστική κληρονομιά και έχει εξοικειωθεί με τις διεθνείς εξελίξεις.

Ωστόσο, εύκολα διαπιστώνει κανείς πως στον ελληνικό κι ελληνόφωνο χώρο απουσίαζαν εξαρχής η χάραξη μιας κεντρικής εθνικής στρατηγικής και ενός μακροπρόθεσμου οδικού χάρτη, με την εξασφάλιση των αντίστοιχων χρηματοδοτήσεων, που θα ενθάρρυνε όχι μόνο πρωτοβουλίες κεντρικών ερευνητικών ιδρυμάτων αλλά και την παραγωγή ψηφιακών εφαρμογών και περιεχομένου από μικρής κλίμακας ερευνητικά ιδρύματα, πολιτιστικούς φορείς και αυτόνομες τοπικές κοινότητες, με βάση κοινά πρότυπα, καλές πρακτικές και ποιοτικά κριτήρια με στόχο τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και την υποστήριξη συνεργασιών. Η απουσία αυτή αντικατοπτρίζεται στην κατάσταση που αντιμετωπίζει η ελληνική ερευνητική κοινότητα σήμερα:

έλλειψη ή ελλιπής διαχείριση ανθρώπινων και οικονομικών πόρων

μια σειρά αυτόνομων και σπασμωδικών ψηφιακών πρωτοβουλιών και εγχειρημάτων στον ερευνητικό χώρο των Ανθρωπιστικών Επιστημών και της πολιτιστικής κληρονομιάς, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες ερευνητικές ανάγκες και ελλείψεις, αλλά και χωρίς ξεκάθαρο σχεδιασμό ως προς την παραγωγή, συντήρηση και επανάχρηση των ψηφιακών πόρων και δεδομένων

έλλειψη ανοιχτών ή προσιτών προγραμμάτων και δυνατοτήτων για την εκπαίδευση, επιμόρφωση και κατάρτιση στις ψηφιακές μεθόδους και εργαλεία στην έρευνα, τις τέχνες και τον πολιτισμό που απευθύνονται σε επιστημονικό και επαγγελματικό προσωπικό πολιτιστικών οργανισμών, φοιτητές, δασκάλους και μαθητές αλλά στο ευρύ κοινό

έλλειψη οργανωμένου συστήματος και κοινού πλαισίου αξιολόγησης και πιστοποίησης ερευνητικών ψηφιακών έργων και προϊόντων ως προς την εμπειρία του χρήστη, την προσβασιμότητα της πληροφορίας ή τις μαθησιακές και παιδαγωγικές χρήσεις

ελλιπής ευθυγράμμιση των ψηφιακών εργαλείων και εξελίξεων με συγκεκριμένες ερευνητικές ανάγκες στον ελληνόφωνο χώρο σχετικά περιορισμένη συνεργασία μεταξύ πολιτιστικών ιδρυμάτων (GLAM) και της ερευνητικής κοινότητας και έλλειψη κοινών μεθοδολογιών, ορολογιών και προσβάσιμου περιεχομένου για το ευρύ κοινό

διασπορά και κατακερματισμό δυνάμεων και μειωμένη επικοινωνία μεταξύ ερευνητών/τριων, ιδρυμάτων, και πρωτοβουλιών σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο

απουσία συστηματικής ελληνόφωνης πρωτότυπης βιβλιογραφίας αλλά και οργανωμένων μεταφραστικών εγχειρημάτων καθώς και συστηματικής ορολογίας για το πεδίο των Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών

απουσία ή ελλιπής εκπροσώπηση των Ψηφιακών Ανθρωπιστικών Επιστημών σε εξειδικευμένα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά ακαδημαϊκά προγράμματα (με τη μορφή διακριτού τίτλου σπουδών), αλλά και ως αναγνωρισμένου, αυτόνομου επαγγελματικού πεδίου εντός του οποίου μπορούν να αναπτυχθούν συνεργασίες δικτύων και συλλογικοτήτων υπό ένα κοινό πλαίσιο αλλά και με την από κοινού χρήση πόρων, φυσικών χώρων και τεχνογνωσίας

ελλιπής αξιοποίηση των δυνατοτήτων για συνεργασίες με κοινωνικούς φορείς, ΜΚΟ και δημόσιους οργανισμούς για την ανάδειξη κοινωνικών θεμάτων και την υποστήριξη περιθωριοποιημένων ομάδων και κοινοτήτων που προωθούν τον ρόλο των ψηφιακών ανθρωπιστικών επιστημών ως δημόσιων ανθρωπιστικών επιστημών

Ευρωπαϊκά εγχειρήματα για τις ψηφιακές υποδομές στις ανθρωπιστικές επιστήμες, που φιλοξενούνται σε ελληνικά ιδρύματα υιοθετούν συνήθως μια προσέγγιση που εστιάζει περισσότερο σε τυποποιημένα παραδοτέα, χωρίς να αλληλεπιδρούν ενεργά ή να αντιμετωπίζουν τις πραγματικές εθνικές ερευνητικές ανάγκες σε πόρους δεδομένων και εξοικείωση με μεθοδολογίες και εργαλεία.

Επιπλέον, η σύγκλιση των διεθνών εξελίξεων με τις ανάγκες σε τοπικό και εθνικό επίπεδο είναι μια συνεχής πρόκληση με πολλές προεκτάσεις, μία από τις οποίες είναι το ζήτημα της γλωσσικής πολυμορφίας. Η κυριαρχία της αγγλικής γλώσσας στις Ψηφιακές Ανθρωπιστικές Επιστήμες αποτελεί συνήθως εμπόδιο όχι μόνο σε ό,τι αφορά τεχνικά και τεχνολογικά θέματα ορολογίας, εργαλείων και μεθοδολογίας, τοπικής προσαρμογής λογισμικού κ.τ.λ.., αλλά και ως προς την κοινωνική και πολιτισμική ενσωμάτωση ομάδων χρηστών, ερευνητών/ερευνητριών και κοινού.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση στον ελληνικό χώρο, μειώνοντας τους διαθέσιμους πόρους και περιορίζοντας τις ακαδημαϊκές πρωτοβουλίες και εξελίξεις. Την ίδια στιγμή, όμως, συνιστά και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για νέους τρόπους σκέψης και δράσης, με την ανάπτυξη νέων μοντέλων δημιουργικής συνεργασίας, επικοινωνίας και δράσης “από τα κάτω” και πόρων και εργαλείων στη λογικών “των κοινών”.

el